Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2015

Οι λύκοι!

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου 
              Με  λίγο φαϊ και  πολύ μπάσταρδο αέρα γεμάτο φούμαρα από παιδοβούβαλους πολιτικούς το ευ ζην μου σιγοντάριζα έχοντας στο on το παμπάλαιο δέκτη μου. Τρεφόμενος μόνιμα από τη σακούλα που μου διανέμει το κοινωνικό παντοπωλείο της γειτονιάς μου, περίμενα να κόψουν κι ένα << κοντύλι >> για το ισχνό σαρκίο μου που φορεί σχισμένο παπούτσι, ζεσταίνεται με κάρβουνο και χορταίνει με  όσπριο και ληγμένο  ζαμπόν από το ευρωπαϊκό μπακάλικο.
             Τζίφος, δεν έγινε τίποτα. Πάλι το ψίχουλο μου πέταξαν, τη μπουκιά μου στεγνωμένη θα κατεβάζω, μια μαριονέτα μαϊμού ανάπτυξη  θα με ξεσφερτσάζει αθροίζοντας τα βερεσέδια μου, ζητώντας να με ρίξει στο Άουσβιτς για σαπούνι.
              Πολύ θα ‘θελα, περπατώντας στο στρωμένο χαλί του γραφείου τους να τους πλησιάσω και τη γροθιά μου να χτυπήσω μπροστά τους. Ν’ αναπηδήσει το τασάκι, να χυθούν οι στάχτες, τα χαρτιά τους να σκορπίσουν και όπως θα ‘ναι λαγοί λερωμένοι, στο λαιμό να τους σφίξω με τον τρίχινο λαιμοδέτη. Ύστερα  απροσκύνητος σαν τον Κολοκοτρώνη την καχεκτική τους ψυχή να στολίσω με λόγο μασκοφόρου  εκδικητή:  
<< Για δέστε πως μας κατάντησαν τα άθλια κόμματά σας, πενήντα πέντε το ψωμί και δέκα το λεμόνι.  Η πείνα μας θερίζει, λιμπιζόμαστε τον ψόφιο γάτο, το περιεχόμενο των κάδων νοσταλγούμε.  Στις τσέπες μας δεν υπάρχει δίλεπτο, ζούμε στην κατάψυξη του αρκτικού χειμώνα, έχουμε άδειο το ντεπόζιτο του καλοριφέρ, η καύσιμη ύλη μας παλιατζούρα του κερατά. Ζούμε με  όσπριο, σαλίγκια και ζοχούς, το απευθυσμένο μας πληγώνουμε με τροφές  που  αναλίσκουν τα  όντα  του  ζωικού  βασιλείου >>. 
            Στο νέο καπετάνιο της  Ανώτατης Αρχής, Αλέξη που διέλυσε εις τα ων συνετέθη την αμαρτωλή κολπατζού πουτανίτσα του Αντωνάκη, τούτα τα λιτά να πω: << Ουδείς βεβαίως σήμερα υπάρχει στην Ελλάδα όστις να πιστεύει ότι επί ρόδων κοιμόμαστε, ουδέ πως η κλινοστρωμνή που σεις ετοιμάζετε για το λαό θα είναι στρωμένη με αβρά και πέταλα ανθηρά. Πεινώντες γαυγίσαμε τη νίκη σου σαν δαιμονιώντες σκύλοι και θέλουμε ψωμί. Απολυμένοι της φάμπρικας την διελάλησαν με μουντζουρωμένα χείλη και θέλουν δουλειά. Πένητες σαν Σειληνοί και Σάτυρες παντού την κουδούνισαν και θέλουν φάρμακο και γιατρό.   Ξεβρασμένοι με σάπιες πλώρες στην ξενιτιά ζητούν να επιστρέψουν στα πάτρια, κάτω από την ουράνια χάρη της πούλιας να δουλέψουν ξανά.
         Αν κι εσύ πεις: << το ξύλο έχει δυο άκρες >> και μας στρώσεις στα κοντά, βουή σου μαύρη!  Σβάρνα θα σε πάρουν λαός και ποιητής, σαν λύκος να κρυφτείς στο δάσος θα τρέχεις και πίσω στίχοι θα ροβολάνε και θα σουρίζουν βγαλμένοι σαν σκάγια από γκρά ελληνικό: << Βοσκοί στη μάντρα της πολιτείας, οι λύκοι! Στα όπλα Ακρίτες! Μακριά και οι φαύλοι και οι περιττοί. Καλαμαράδες και δημοκόποι και μπολσεβίκοι. Για λόγους άδειους ή για του ολέθρου το έργο βαλτοί >>.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου