ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Χείλη ρόδινα της θάλασσας μπροστά μας, σ’ του πελάγου τη φλόγα το κύμα χαϊδεύοντας τη βάρκα να παφλάζει. Ομορφιά πολλή και παντού φιλιά που νοστιμίζουν το στόμα. Καθισμένοι με την Εύα μου στο << Πανόραμα >> ρουφώντας τον καφέ μας, τον άνεμο ειρηνεύαμε που ‘ρχόταν απ’ το νησί του Σολωμού, ν’ ακούσουμε τους στίχους του.
Στον κόλπο Ωκεανίδες γυμνές, στη δύση ένα Ύψιστος ήλιος Πικάσο να σκορπίζει χρυσόσκονη στη ράχη της θάλασσας, στις στέγες και στα καλντερίμια. Στο Ιόνιο ούτε ένα σύννεφο, άσπροι χιονάτοι γλάροι και φως μενεξελί πέρα ως πέρα. Δεξιά μας η Αγία Τριάδα έφεγγε ανέφελη, ο ήχος της καμπάνας της σήμαινε εσπερινό, τα νυχτοπούλια άφηναν τις φωλιές τους, ο αέρας κορεσμένος άρωμα και υγρασία βουνού, φυλλομετρούσε χαϊδεύοντας τα ρόδα του ορίζοντα.