Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

         αιολος            Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου

                                      Ποιητικά  ανθολογήματαΣε δημοπρασία αδημοσίευτο χειρόγραφο του Ναπολέοντα για τη μάχη του  Άουστερλιτς | LiFO

           Την αθυμία της ζάλης μου με ποιητικά ανθολογήματα, σήμερα θα διασκεδάσω. Κι αμέσως εκ του Ελύτειου έργου, των παθών μου τον τάραχο θα προσπαθήσω να κατευνάσω. << Τώρα με ψάθα γυριστή/  και με σαντάλια κόκκινα,/ μ’ ένα σουγιά στο χέρι,/ πάει το ναυτάκι του περιβολιού,/ κόβει τα κίτρινα σκοινιά,/ λασκάρει τ’ άσπρα σύννεφα… >>

           Η ανακλώμενη εικόνα των στίχων, μεσιτεύει να φτάσω σε γραφή  με ιριδισμούς και λάμψεις του Λάμπρου Πορφύρα: << Ω! τι με νοιάζει κι αν πάμε, ως εκεί;/ Τι με νοιάζει;/ Γελάει όλ’ η γλυκιά συντροφιά μου,/ γελά η θλιμμένη ζωή,/ στ’ άπειρο μέσα κυλάμε/ κι η Αννούλα τρελά τραγουδάει:/ Όπου να ‘ναι/ μακριά θα φανεί της Χαράς το νησί… >>

           Ριζωμένος στη στιγμή, τη φθορά μου ρίχνω στη λήθη, στη διάρκεια προσεύχομαι: << Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί,/ πλέκω σαλαμάστρα τα μαλλιά σου//. Κάπου στα νερά του port pegassu/  βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή… >>

           Κι έπειτα η κυήσασα τον εύσπλαχνο στίχο Πολυδούρη, την ελαύνουσα χαρά μου φέρνει και σε ξάστερους ουρανούς λαμπυρίζει το φθαρτό μου σαρκίο: << Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι ανέμοι//. Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως//. Σ’ του νου μας τη χρυσόβεργη ανέμη/ ο ρόδινος τυλιέται στοχασμός >>. Στίχοι που ακούγονται σαν αλληλούια.

          Ύστερα ο εν βίω αμαρτήσας, τη λύτρωσή μου ζητώ, τω αγίω στίχω του Σολωμού: <<Λευκό βουνάκι πρόβατα/ κινούμενο βελάζει/ και μες στη θάλασσα βαθιά/ ξαναπετιέται πάλι/ κι ολόλευκο εσύσμιξε/ με τ’  ουρανού τα κάλλη//. Και μες στης λίμνης τα νερά,/ όπ’ έφθασε μ’ ασπούδα,/ έπαιξε με τον ίσκιο της/ γαλάζια πεταλούδα…/ Μάγεμα η φύσις κι όνειρο/ στην ομορφιά και χάρη … >>

         Κι εμένω στη μετάληψη των ποιητικών αγιασμάτων. Κι αυτό για να σωθώ ο ανάξιος; Η πασκαλιά τους όσο βαστά, ζω, όσο απολείπει πεθαίνω. Κι επιμένω πιωμένος λεβέντης την κόκκινη κορδέλα του στίχου να κρεμώ… <<Τα χείλη σου είναι ζάχαρη,/ τα μάγουλά σου μήλο,/ τα στήθη σου παράδεισος/ και το κορμί σου κρίνο//. Να φίλουνα τη ζάχαρη,/ να δάγκανα το μήλο,/ ν’ άνοιγε ο παράδεισος,/ ν’ αγκάλιαζα το κρίνο >>.

          Τρεχάτοι οι χρόνοι φεύγουνε. Το μαύρο άτι δείλιασε και μ’ απαρατά. Η καρδιά  μέσα χτυπά. Αντρειεύεται και τραγουδά: <<  Πιε σ’ του γιαλού/ τη σκοτεινή ταβέρνα το κρασί σου,/ σε μι’ άκρη τώρα/ π’ αρχίσαν ξανά τα πρωτοβρόχια,/ πιε το με ναύτες/ και σκυφτούς ψαράδες αντικρύ σου,/  μ’ ανθρώπους  που  βασάνισε/  κι  η θάλασσα  κι  η  φτώχεια >>. Πιε το μην αμελείς όσο ζεις! Πιέ το!

                                               

      ellinikoxronografima.blogspot.gr         panant1947@gmailcom

                                 

 

 

 

               

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου