Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Μύκονος

Γράφει ο Παν. Αντωνόπουλος
Τούτοι που δεν ξέρουν να μοιράσουν δυο γαϊδάρων άχυρα αλλά έχουν το χρήμα κάθε καλοκαίρι μαζεύονται στη Μύκονο. Κατεβαίνουν από τις τζιπάρες τους, φισκάρουν στα ξενυχτάδικα και τουλουμιάζουν αλύπητα το σάπιο σώμα και την αμαρτωλή ψυχή τους πίνοντας τον περίδρομο χημικό αλκοόλ.

Στη μέθη τους κάνουνε ευτράπελα, γίνονται καραγκιόζηδες και γελάει το παρδαλό κατσίκι. Αρσενικοί << διάσημοι >> πετούν τα πουκάμισα και κάνουν στριπτίζ. Ηθοποιοί με υποκριτικές σπουδές στο σεξουαλισμό σαλιαρίζουν με γύναια της SHOWBIZ. Καλλιτέχνες φαιδροί σκνίπα στο μεθύσι καπνίζουν μακριά τσιμπούκια, γελούν και καρυκεύουν το λόγο τους με αισχρολογίες. Αγάδες του ελληνικού δημοσίου ρουφάνε τις μπουκάλες του τζιν σαν νεροφίδες. Σουλτάνοι φοροκλέφτες χαρίζουν τριανταφυλλένια γελάκια στις ροδαλές εταίρες τους. Τεμπέληδες μπουρζουάδες με τα σωθικά τους θερισμένα σπάνε σταμνιά και ρίχνουν πόρτες κάτω, κάνοντας το κέφι τους.

Σπρώχνουν το χρήμα σαν κινούμενο δάσος στα γκαρσόνια, αδειάζουν πορτοφόλια, κάνουν φτου, σαλιώνουν το χέρι, και μετράνε: << πενήντα… εκατό,,, διακόσια, χίλια… χίλια πεντακόσια… Είπες τίποτα; Είπες τίποτα, απολυμένε του σουβλατζίδικου, καθαρίστρια του Αττικού, χαμάλη του Σκαραμαγκά; Τι να πεις! Εσύ μόνο ψηφίζεις, δε μιλάς.

Το Βάκχο τους και τα μάτια τους. Τσίτσιδοι αδειάζουν το τελευταίο μπουκάλι τους, στρεκλίζοντας απέρχονται, με πηδηχτά βήματα σαν της μαϊμούς επιστρέφουν στα βασίλειά τους.

Τα ιερά τους απρόσιτα, καμία μίανση δε χωρεί. Ο επιθεωρητής που θα μπει θα βγει λαδωμένος ή κλωτσημένος. Τα ιερουργούν άνθρωποι της καλής πάστας, όχι κουζουλοί.

Τα βράδια που οι μεθυσμένοι σκαφάτοι κοιμούνται με λερωμένους πισινούς, στην πατρίδα μου τη Μεσσηνία η Πηγιώ, μια κοπελίτσα σωστή φρεγάδα πεθαίνει από πυρετό, δεν έχει ασφάλιση και το νοσοκομείο την πετάει έξω. Ο Μανωλιός, παλιός φορτηγατζής, χάνει το σπίτι του σε πλειστηριασμό. Δεν έχει μια να αποπληρώσει το δάνειο και μένει απομονωμένος κατ’ οίκον, πάσχων υπό αιφνίδιας φρενίτιδας. Ίσως να τρελαθεί. Στο πύρινο κολαστήριο του θερμοκηπίου ο Ιβάν Μοσσί μαζεύει ντομάτες. Τον τσούζουν τα εγκαύματα, τον σαπίζουν τα χημικά, αλλά μένει. Χωμένος στο πλαστικό κερδίζει δυο ευρώ την ώρα.

Τώρα στη Μύκονο! Εκεί ίσως οι σκαφάτοι μετά από τόσο ξενύχτι και πιόμα να νιώσουν μια χαλαρή ενόχληση σαν από κιρσώδεις όγκους στο απευθυσμένο! ( κάτι σαν αιμορροίδες ). Κι αυτό εξαιτίας της συνεχούς αφόδευσης!








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου