Σάββατο 21 Ιουνίου 2025

 

                   ΤΟ    ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

                               

 

                                 Ένας γυμναστής, μπουμπούκι   

 


                                             Παναγιώτη  Αντωνόπουλου

             

 

             Μας  πνίγει ο φασισμός. Από το δάσκαλο με τη βέργα ως το γιατρό με το φακελάκι, από το διορισμένο υπάλληλο μέχρι τη φρυδού γραμματέα που γλείφει γλειφιτζούρι και σου δίνει ασφράγιστο το δίπλωμα οδήγησης. Από τον ταξιτζή που φλυαρεί και δεν κοιτάζει τις στροφές, από το σκουπιδιάρη που αφήνει τα σκουπίδια στην πόρτα σου και ξεχνάει να καθαρίσει τον παιδότοπο της γειτονιάς.

              Φασισμός που εκκολάπτεται ως όφις στο ωόν. Που πιστεύω του έχει το άρτσι- βούρτσι, τον τρόμο, τη βία και τον αριβισμό. Που κάνει αρκούδο το ανθρωπάκι της  δημόσιας θέσης. Που τον ντύνει με τριχοφυία ποιμενικού μολοσσού και τον διατάζει: γίνε Ταλιμπάν και όποιον πάρει ο χάρος. Είναι παράξενος τούτος ο φασισμός, δεν το βλέπεις με το πρώτο. Όταν μου συνέβη και μένα ένα kuro siwo μ’ έσφιξε μια όραση θολή με όριζε. Και τώρα που η πατρίς ολισθαίνει, κάποιοι σοφοί μου ‘διωξαν την τύφλα μου τη μαύρη, ανένηψα, είδα κι έκρινα.

                   Σπούδαζα σ΄ ένα πνευματικό ίδρυμα όταν ένας  γυμναστής μπουμπούκι, ένας χαβαλετζής ψευτόμαγκας μάς περίλαβε. Μία ώρα μας έβγαλε το λάδι του νονού μας, μας έλιωσε.  << Ανάκαμψις, έκτασις, πρόπτυξις, αλτ!  Βάδην, τροχάδην σημειωτόν, ανάπαυσις, προσοχή! Επίκηψις, ταλάντευσις, ανόρθωσις, άλτ, προσοχή! >>  Τετρακέφαλοι πρήστηκαν, σπονδυλεξαρθρώσεις αποσυναρμολογήθηκαν, μετατάρσια διαλύθηκαν, ωλένες του πήχεως θρυμματίστηκαν! Ποιος τολμούσε να του μιλήσει; Όταν μας ξέκανε, μας μάζεψε στο υπόστεγο και άρχισε σαν Χίτλερ: << Βιβλία δεν παρέχει το κράτος, θα σας παραχωρούνται σημειώσεις. Τις θέλω αυτολεξεί. Όποιος παρουσιαστεί αμελέτητος θα νιώσει τη σουβλερή μύτη του στυλού μου στο δέρμα του >>.

                    Σημειώσεις γεγραμμένες στη γλώσσα του Σοφοκλή. Άλλα διάβαζες κι άλλα καταλάβαινες. Έγραφε: << Η άθλησις του σώματος αποσβεννύει την οστέωση του αρχικού χόνδρου των ιστών, οίων η πυκνότης της μάζας των ενδυναμούται>>.  Ακόμη όταν ήθελε να αναφερθεί στην καρδιά, σημείωνε: << Το αίμα συγκεντρούται δια των φλεβών εις τον κοίλον μυν  κι από κει τη βοηθεία των μυϊκών συστολών και διαστολών πληροί τα υπόλοιπα όργανα >>.        

                  Μας ξέκανε το σώμα, μας ξέκανε και το πνεύμα ο φασιστάκος! Γυμναστής ήταν ή ωόν; Και τι ωόν;  Εκκολάπτον όφιν φασισμού!   

 ellinikoxronografima.blogspot.gr         panant1947@gmail.com

 

                      Παναγιώτης  Αντωνόπουλος

          Χρονογράφημα


                              Μαυραγορίτες συνειδητοί

 

               Σε μια επιφυλλίδα διάβασα: << Υπήρξα για σαράντα χρόνια ξεναγός. Από τη θητεία μου θυμάμαι έναν Ιάπωνα πρέσβη στη Γερμανία, ο οποίος με ρώτησε, αν στην Ελλάδα για λόγους ηθικής και τιμής, έχουν αυτοκτονήσει άτομα του πολιτικού περιβάλλοντος. Του απάντησα ότι γνωρίζω μόνο τον Αλέξανδρο Κορυζή, πρωθυπουργό της Ελλάδας, όστις για να μην υπογράψει το 1941, την παράδοση της χώρας στους Γερμανούς αυτοκτόνησε. Με ρώτησε αν η χώρα τον τίμησε με ανδριάντες ή άλλες τιμές. Και απάντησα ότι είναι μάλλον άγνωστος στους νεότερους. Μου είπε πως αυτό δεν είναι καλό σημάδι για τη χώρα>>. 

               Δυστυχώς από τους σημερινούς πολιτικούς Νέρωνες της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας του τόπου μας κανείς δε διατίθεται να αυτοκτονήσει << για λόγους ηθικής και τιμής >>. Και τούτο γιατί συντηρείται η πεποίθηση ότι ο περιορισμός των ατομικών ελευθεριών από ένα πραξικόπημα ή από μια εξωτερική εισβολή θα ήταν σκλαβιά αφόρητη και εξευτελισμός  αλλά η συμφωνία με τα μνημόνια της κατάλυσης της εθνικής κυριαρχίας και της ολοσχερούς πενίας του λαού, θεωρείται ευεργέτημα σωτηρίας, οι Νέρωνες που τα υπογράφουν  Μεσσίες, καλύπτονται πίσω από το μανδύα της νομικής στήριξης και της πολιτικής ισχύος τους και δεν υπάρχει λόγος να αυτοκτονήσουν.

               Έτσι οι διεστραμμένοι πολιτικοί το << όργιο >> των μνημονίων το απολαμβάνουν ως μονάρχες ελέω Θεού. Έχουν κάνει την Ελλάδα σχεδία, χρησιμοποιούν για κωπηλάτες ισχυρούς άνδρες από τζάκια, προσκυνημένους κομματάρχες  και ξαπλωμένοι σε παπλώματα και μαξιλάρια τραβάνε για της χαράς το νησί, τρώγοντας, πίνοντας και γλεντοκοπώντας.  Πολλοί άλλοι καλεσμένοι του ίδιου σπόρου και της ίδιας φύτρας σε άλλα πλωτά ταξιδεύουν, με όλα τα αγαθά, με σκλάβους υπηρέτες, γυναίκες χυμώδεις της ηδονής, παρθένες που το σγουρό εφηβαίο τους στάζει μέλι και το πληρώνουν εκατομμύρια ευρώ.

         Και ο λαός πεινάει, άνθρωποι πεθαίνουν στους δρόμους, άρρωστοι ξεψυχούν στους διαδρόμους των νοσοκομείων, ηλικιωμένοι αφήνουν την πνοή τους στα πάρκα, φτωχοί εργάτες λιμοκτονούν άνεργοι, τυφλοί, κουτσοί και άλαλοι χάνουν τις συντάξεις τους γιατί ένα πορδοβούλωμα υπουργός τρέφει  μίσος αρχέγονο για το σακάτη.

          Τα παχύδερμα όμως ευημερούν και ευτυχούν. Μαυραγορίτες συνειδητοί, ληστεύουν, αρπάζουν, το μπεζαχτά τους  αυξάνουν, με διωγμούς και φόρους το λαό εξοντώνουν. Είναι απειλή για τη χώρα, είναι λύκοι που αρπάζουν, παρανοϊκοί δοξομανείς, εξουσιολάγνοι, κοσμοκράτορες τιποτάκηδες, αγράμματοι κοπρίτες, θρασείς και αποκυήματα του κομματικού σωλήνα.   

          Πρέπει να τους διώξουμε. Να τους διώξουμε, ν’ απαλλαγεί η χώρα, να σωθεί, αφού κανένας τους δεν αυτοκτονεί << για λόγους τιμής και ηθικής >>.

           ellinikoxronografima.blogspot.gr

 

 

                               Ο γκιώνης


 

                                Παναγιώτη Αντωνόπουλου

            

          Ανήκει στην οικογένεια των Γλαυκιδών. Λέγεται και Σκωψ ο κοινός, είναι νυκτόβιος, θερμόφιλος και καλοκαιρινός επισκέπτης. Γνωστός παρά πάσι  τοις Έλλησι και ο μύθος του που συγκινεί. Λέει: Κάποτε ήταν δυο αδέρφια ο Αντώνης και ο Γιώργος. Ο Γιώργος μια μέρα έχασε τ’  άλογα. Στην επιστροφή του στο σπίτι το είπε του αδερφού. Εκείνος θύμωσε και στη λογομαχία πάνω τον σκότωσε. Όταν κατάλαβε τι έκανε, φώναξε και ούρλιαζε. Μετανιωμένος παρακάλεσε το θεό να τον κάνει πουλί. Αυτός τον άκουσε και τον μεταμόρφωσε  σε γκιώνη. ( εκ του Αντώνης ). Ψάχνει τον αδερφό του και φωνάζει: << Γιώργο… Γιώργο… τα βρες τα άλογα;>> Που και που αφήνει κι ένα μακρόσυρτο θλιμμένο, όλο απελπισία: <<γγγ… γγγγ… γγγγγ…γγγ >>.

     Στην εφηβεία μου μια πείνα γαμψόνυχη μ’ έστελνε το μεταμεσονύκτιο στο κτήμα να ποτίζω τα κηπευτικά. Ο μπάρμπα Αλέκος που γειτόνευε έκανε το ίδιο. Έπαιζε και φλογέρα και όταν σταματούσαμε το ψιλό λακριντί το λάλαγε για τα καλά. Εκεί κοντά παρεπιδημούσε και ο γκιώνης. Διψώντας για συντροφιά και απόσυρση της μελαγχολίας του μας επισκεπτόταν τακτικά. Τον περιμέναμε ν’ αρχίσει το κλάμα, τραγούδι για μας, ένα ιδιότυπο θρήνο για  τον ίδιο. Επιδιδόμαστε σε εδαφιαίες τεμενάδες ν’ αρχίσει και ακατάσχετα παρακάλια. Ούτως ή άλλως θα το έκανε. Και άρχιζε: << γκιων! γκιων! γκιων! γγγ… γγγγ… γγγ…>>

    Ο μπάρμπα Αλέκος βουτούσε στο αυλάκι με τα νερά να δροσιστεί. Εγώ ένιωθα μια λαχτάρα σε όλο μου το σώμα και σκεφτόμουν, δύσκολους απολογισμούς που γίνονται τα καλοκαίρια, άλλους με χαμόγελα κι άλλους με στενοχώρια. Ένα μεταμεσονύκτιο ώσπου να σταματήσει ο γκιώνης ο θείος είχε βγάλει τη φλογέρα. Όμορφο, ευλογημένο, αληθινό το τραγούδι ακούστηκε σ’ όλες τις ρεματιές και τις χούνες:

   << Τα νιάτα τα μπερμπάντικα/ γλέντα τα στον καιρό τους/ γιατί η μπαμπέσα η ζωή/ θα κάψει τον ανθό τους/. Τώρα που καις σαν τη φωτιά/ τώρα που έχεις ρέντα/ μεσάνυχτα και χαραυγές/ με την ψυχή σου γλέντα/.

          ellinikoxronografima.blogspot.gr

 

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

 

 

 

 

 

 

                                 Πνοές του κότσυφα


 

 

 

                                               Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου

 

 

 

 

             << Τα δέντρα πρασινίσανε και γιόμισαν λουλούδια, του πιστικού ακούγεται η γέρικη φλογέρα να σιγολέει άφταστα κάθε πρωί τραγούδια και τα πουλιά να κελαηδούν τον ύμνο τους στη μέρα… >>

              Μάης στεφανωμένος με ανθοδέματα και κρίνα.  Με κίτρινους κρόκους και ρόδα. Με κλωνάρια ανθισμένα και φορτωμένα μύρο. Την αγράμπελη μοσχοβολούσα και τον κισσό  με ολόλευκα κάλλη. Τις παπαρούνες του αιμάτου σε βελούδες χορταριές, τα κρινάκια να μυριανθίζουν στις ρεματιές, τις μαργαρίτες χτενισμένες, τα κεφάλια τους προσκυνητές του ανέμου, τις ανεμώνες πιτσιλισμένες με σταξιές από του Άδωνη  το αίμα.

                Πρόβατα αργοσάλευτα χοροπηδούν, ήχοι μπαχικοί ξεφεύγουν απ΄  τα πουλιά, ξέπνοες φωνές της γυμνής εργατιάς γίνονται τραγούδι στεναγμού στο χείλος του αυλού. Στους παχουλούς στήμονες η γύρη γίνεται τροφή σε μελισσούλες χρυσές, πορφυρόπεπλες πεταλούδες αίνους σκορπούν σε περιπάτους χαράς. Πνοές ορμητικές του κότσυφα μεθούν την τριανταφυλλένια δύση, κρυμμένα αηδόνια στης φύσης τις φωλιές πιπιλίζουν στίχους ηδονής.

                Ποιος τα βλέπει; Ποιος τ’  ακούει όλα αυτά; Κανείς! Δυστυχώς θάψαμε τους Μάηδες και την εξοχή, προδώσαμε τον ερωτικό δεσμό μαζί τους, γίναμε τζουτζέδες βλέποντας Σόιμπλε και την εκπρόσωπο Όλγα, χειροκροτούμε βιαστές, βιομήχανους, εργολάβους, αρλεκίνους, μιζαδόρους και χαύνους λεβαντίνους.  Ξεχάσαμε τα τρυφερά  χάδια της φύσης, τα ζουμερά της χείλη, τα σφριγηλά στήθη της που στη θηλή τους θηλάζουμε το μητρικό της γάλα. Και τσιτσιριζόμαστε στα δυαράκια, σπρώχνουμε τους τοίχους, βγάζουμε κραυγές υστερίας, ο αέρας δε μας φτάνει, με αγωνία περιμένουμε να εκπέμψει λευκό καπνό το κονγκλάβιο της Τρόικας και να μας δώσει λίγη βενζίνη να πάρουμε τους δρόμους και να συναντήσουμε το παναγιόχορτο και το πολυκόμπι.

      Κι   εκεί οι τυχεροί θα μπουν στο χορό, ο χορός θα πάει σφοντύλι, το τραγούδι θα φτάσει στα σύννεφα, άδοντας γλυκόφωνα: << …οι κήποι που στόλισαν το κάθε κλωνάρι ευθύς μοσχοβόλησαν κι ανθίσαν για χάρη του Μάη, που σήμερα προβάλλει στη γη >>.

    ellinikoxronografima.blogspot.gr

            Χρονογράφημα

                                       Οι ίδιοι κόπροι του Αυγεία


                                                      Παναγιώτη Αντωνόπουλου

              Σε  πίσω καιρούς, τη νεότητά μου μισώντας οι << ευσχήμονες >> αϊτοί  του υπουργείου παιδείας σε  χωριό με διόρισαν, που άρδευε τον πολιτισμό από νυχάτους γύπες και σαρκοφάγους λύκους. Εκεί με εναπόθεσαν ψυχή τε και σώματι τη ζώσα γνώση να εμφυσήσω σε μαθητές που λιποθυμούσαν από την ασιτία και το φύλλο χλόης στην αποξηραμένη ζωή τους να κρατήσω χλωρό.  Το εκπαιδευτήριο αμπάλωτο ερείπιο, οι πόρτες του σάπιες και τα παράθυρα σαράβαλα. Ζεσταινόμουν διπλωμένος με μια λιωμένη χλαίνη του στρατού, σιτιζόμουν με καχεκτικό χόρτο αρωματισμένο με σκατζίκι, γιάτρευα το γαστρεντερικό μου σύστημα τρώγοντας σπόρους ψύλλιου. Σύντροφοί μου  χοίροι λιπαροί, άγριοι μαλλιαρόγατοι, γενάτοι τράγοι, λερωμένες αγελάδες, αμνοερίφια,  όρνιθες να κακαρίζουν από πρωίας μέχρι νυκτός. 

            Μέχρι το μεσημέρι χωμένος στην κιμωλία, το απόγευμα μαύρος κι άραχλος  στη μοναχικότητά μου, το εσπέρας στου καφενείου το μέσα μέρος έπαιζα << ξερή >> με τρεις μοιραίους και μεθούσαμε με ούζο και κρασί.Το βράδυ αποχαυνωνόμουν βλέποντας αδυσώπητα και φθοροποιά σήριαλ στην Τιβί.  Θεράπων της πνευματικής γύμνιας μου κατά τη διάρκεια της θέασης ήταν κι ένας πάναγνος κυνηγημένος χωρικός, που γνώρισε την ασπλαχνία του κράτους στη Γυάρο,  λέγοντας αστείους λόγους, ανέκδοτα και  ύβρεις κατά του  πολιτικού ποιμνιοστασίου. << Τι βλέπεις, δάσκαλε; >> με ρωτούσε << τους κόπρους του Αυγεία; >> και βουβός παραδινόταν κι αυτός  στη θέαση, στο αλκοόλ και στη μέθη.

          Τρεις χρόνους δεχόμουν τα δωρήματα από τους δαίμονες των σήριαλ. Το πρωί τα μολύσματά τους μας έβρισκαν όλους  νυσταγμένους, την παραγωγή στάσιμη, τη μάθηση των μαθητών κακή. Οι πολιτικοί που έρχονταν χαίρονταν για το ξεθεμέλιωμα, γλέντια έστηναν να συνεχιστεί.  Έπιαναν κουβέντα για τα κοπρισμένα σήριαλ, τις εκλογές, και τον καθαρό αέρα του βουνού, άχνα όμως για τα ψίχουλα των παροχών, για το γκρεμισμένο σχολείο και το ναρκωμένο νοσοκομείο της πόλης, τσιμουδιά  για τις γράνες που ‘πεφταν οι γάιδαροι μέσα και το πεσμένο γεφύρι που καβαλούσαν τα νερά. 

            Τόσα χρόνια μετά ο ίδιος πολιτικός βούρκος,  οι ίδιοι κόπροι του Αυγεία στα κανάλια, το θέαμά τους αναμασημένο πλιγούρι, οι ειδήσεις τους ξινώδεις εμετοί.  Κόρσες αναύχενες μας ραντίζουν με εντομοκτόνο λόγο, απ’ το κοτέτσι της Βουλής πολιτικοί πετεινοί διαλαλούν τα κικιρίκου τους, πουδραρισμένες πολιτικίνες όρνιθες σγαρλίζουν τις κουτσουλιές τους, φαρισαίοι υπουργοί σε τελάρα τις οπώρες μας δείχνουν που παράγει η άνυδρη Ελλάς.  Αρλεκίνοι εδώ, στέρφοι καλαμαράδες εκεί, ανόητοι  νομοθέτες  πιο πέρα και βυζάχτρες εφορίες σε κάθε διάβασή μας  περιμένουν να μας στραγγαλίσουν.

           Κόπροι! Κόπροι! Κόπροι! Και  μέσα τους κουβάρια οι οχιές που σέρνονται και σφυρίζουν! 

      ellinikoxronografima.blogspot.gr  panant1947@gmail