Πέμπτη 6 Μαΐου 2021

Χαστούκια


 

 ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

 

 

 

                                

                                           Χαστούκια

 

 

                                                    Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου

 

 

 

 

             Κάθε μέρα μια ολοδάκρυτη αυγούλα μας βρίσκει μ’ ένα ματσάκι αγριανθούς στο βαζάκι μας. Οι μεγάλες μας χαρές έγιναν Άρπυιες, η τσέπη μας τρύπησε, οι Τροϊκανές υποσχέσεις  πάνε κι έρχονται σε ατραπούς σκοτεινούς που συναντούν το Μερκέλιο Λαβύρινθο.

            Ούτε πιστεύουμε σε τίποτα, ούτε περιμένουμε κάτι, ούτε ελπίζουμε. Η καρδούλα μας τσόφλι, στοιχειά και δράκοι σχίζουν τα σωθικά μας, το λιγοστό πλιγούρι μας το αρταίνουμε με μούργα Μεσσηνίας. Στην τηλεόραση κόρσες αναύχενες εντομοκτόνα λόγια, φουσκωτοί πολιτικοί πετεινοί λαλούν και φλυαρούν ακαταπαύστως, επιτετραμμένοι θαυματοποιοί σγαρλίζουν μια κουτσουλιά στο κοτέτσι του υπουργού των οικονομικών και τη βαπτίζουν, ανάπτυξη.  Κι εσύ φουκαρά Έλληνα ραγιά κάθεσαι σταυροπόδι κοντά στο σβηστό παραγώνι σου και σκέφτεσαι. Τι σκέφτεσαι;  Τα χαστούκια που έχεις φάει, αυτά που τρως και τα άλλα που θα φας!

            Έλληνα οσφυοκάμπτη, σ’ έχουν τουλουμιάσει στο ξύλο κι έχεις φάει χαστούκια από τον πατέρα σου, τον παπά, το δάσκαλο, το μαθηματικό, την πρώτη  ροδούλα αγάπη σου που της άγγιξες τις μελιχρές ρόγες της, το λοχία, τον πιράνχας εργοδότη σου, την αόμματη γριά εφορεία, από τον επιτάφιο θρήνο σου για το απολωλός κουμούτσι σου.  Και συνεχίζεις να τρως από ευρωπαίους τσαρλατάνους που οδοιπορούν στη γαία σου και σου τάζουν λαγούς με πετραχήλια,  από εργολάβους που έχουν βίλες με κήπους γεμάτους με αργυρές αγράμπελες, από τριακόσιους κροίσους και ολίγιστους της βουλής.

          Τουλάχιστον ν’ άξιζε κάποιο χαστούκι να σε αφυπνίσει, όπως συνέβη στον γράφοντα σβουριγμένο  από το φιλόλογό του σε παρελθόντα χρόνο και τώρα  που το αναμιμνήσκω λέω χαλάλι του, δε μου σβούριζε κι άλλο ένα!

          << Μήνιν άειδε, θεά, πηληϊάδεω Αχιλήος ουλομένην, η μυρί Αχαιοίς άλγε’ έθηκε… >> διάβασε και μου ζήτησε τη μετάφραση. << Ψάλλε, θεά τον τρομερό θυμόν του Αχιλλέα, πως έγινε στους Αχαιούς αρχή πολλών δακρύων… >>  απόδωσα  και χάρηκα.  << Αχιλλέα; είπες; >> γκάριξε και μου άστραψε χαστούκι ισχύος πολλών μεγατόνων στο σβέρκο που κόντεψε να μου ξεκολλήσει το κεφάλι. << Αχιλλέως… ως… ως… ως… είναι η αρχαιοπρεπής κατάληξη και όχι ααααααα! όπως η δική σου η μαλλιαρή, σαρδανάπαλε! >> Και με παιδαγωγικό οίστρο   μου κόλλησε το μούτρο στο βιβλίο.

               Αφυπνίστηκα. Το δώδεκα το έκανα δεκαεφτά. Όμως! Άλλο το χαστούκι του φιλόλογου κι άλλο του Τυφώνα καπιταλισμού. Ένα αν φας από το χέρι τούτου του τέρατος δε θέλεις δεύτερο! Κολλάς τη μούρη σου στη λάσπη και δεν σηκώνεσαι! Μένεις εκεί και δεν ξεκολλάς! Να  όπως τώρα, καλή μας ώρα, που το φάγαμε!    

              ellinikoxronografima.blogspot.gr      

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου