Στα σχολεία που δούλευα, ήμουν σκυμμένος περισσότερο στον εαυτό μου, πολύ λιγότερο στο διδασκαλικό ποιμνιοστάσιο του γραφείου, που σε ήθελε κουτσομπόλη αριστείας, επιφανή Σαδδουκαίο και σγουγγοκωλάριο κάθε μικρονοϊκού διευθυντή.
Μαζεύονταν και δυο τρεις μπόγοι χαφιέδες εκεί μέσα, αγριόσκυλα ντόπερμαν, που ο πρωτογονισμός τους εξαντλούνταν σε διαπλοκές, παρακολουθήσεις, καταδόσεις και άσκησης λωποδυτικών συμφερόντων που ως δολοφονικά στυλιάρια ήθελαν να σε εξοντώσουν.
Στις γκρίζες ώρες της σχολικής ζωής μου τα παρακολουθούσαν όλα. Τι ώρα πήγαινα, αν πρόφτασα το πρωινό κουδούνι, το τρεχαλητό μου να είμαι στην προσευχή, τη σκόνη από την τριμμένη κιμωλία στα ρούχα μου, το βουκεφάλα νου μου να μάθουν τις σκέψεις μου, το σημειωματάριό μου να μαντέψουν τις στριφνές αγίες φιλοσοφίες που έγραφα. Ακόμη τους ενδιέφερε να μάθουν αν ξέρω τις δέκα εντολές, το πιστεύω και το πάτερ ημών.
Στον εκκλησιασμό έβγαινα έξω από τον ιερό χώρο, μ’ ενοχλούσε η ομιχλώδη ατμόσφαιρα, το λιβάνι και το πολύβουο ψάλσιμο. Το ‘βλεπαν οι χαφιέδες, σήκωναν το κεφάλι ψηλά στον παντοκράτορα, έκαναν το σταυρό τους και αναρωτιόνταν: << Κύριε ελέησον! Γιατί το κάνει; Άθεος είναι ή κομμουνιστής; >>
Οπότε μια φορά βλέπω τις μουτσούνες τους σφιγμένες να βγαίνουν από το γραφείο. Η φαντασία μου κάλπασε, σκέφτηκα τη γερμανική κατοχή, τους δωσίλογους, τους χαφιέδες, τους ταγματασφαλίτες, τους φυλακισμένους και τους εκτελεσμένους. Την μπότα τους τότε ένιωσα να με πατά, τη φωνή του διευθυντή άκουσα σαν αστροπελέκι δυνατό να λέει: << Φωνάξτε τον να έρθει μέσα! >>
Κύκλωπας ανθρωποφάγος εκείνος, βρήκε την ευκαιρία να με << εκτελέσει >>. Ντοπαρισμένος εθνικόφρων, ελληνορθόδοξος ακμαίος και σύγχρονος αναχρονιστικός Παπούα, μ’ έβρισε, μ’ απείλησε, με φοβέρισε, λίγο έλειψε και ξύλο να μου ρίξει. Φεύγοντας, τον φαντάστηκα να ‘χει ένα μάρσιπο μπροστά του, να κάνει πήδους και να βόσκει σε χορτάρι χλοερό. Το ‘βαλα στα πόδια και γρήγορα έγινα μπουχός να φύγω μακριά από τούτο το τετράποδο καγκουρό με τους ντοπαρισμένους χαφιέδες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου