Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Μην ψηφίσεις την ολιγαρχία του πλούτου γιατί το σαρκίο σου στην εντατική θ’ αφήσεις. Τους σωτήρες σου εκδεδωκώς τω θανάτω ψάξε για άλλους από της δυσχερείας να σε λυτρώσουν. Τούτους τους ψυχοπομπούς και αργοφονιάδες που είχες ψηφίσει δεν έκαναν ούτε για να μοιράζουνε δυο γαϊδουριών άχυρο. Προτίμησε αυτούς που φορούν έναν χιτώνα, σκύβουν πάνω από την άβυσσο να σε σηκώσουν και στο χυλό σου ρίχνουν ένα τρίμμα ψίχουλο να τον αβγατίσουν.
Ανεβασμένοι στο φράχτη της αυλής σου σαν τους κοκόρους οι πολιτικοί θα σου σαλπίσουν τα ίδια και τα ίδια. Κι αφού καταφέρουν να τους πιστέψεις για το άφθορο της ευημερία σου που θα σου προσφέρουν, γυμνό στην κάλπη θα σε στείλουν τους ρύπους της ψυχής τους να ξεπλύνεις.
Η σούπα σου θα σου πουν βοήθεια επικουρική θα πάρει με δυο σπυριά ρυζάκι, το κατεψυγμένο εντόσθιο θα μπει στο τραπέζι τις γιορτές, οι οίκοι του χρήματος θα σε απαλλάξουν από την κακουργία της δόσης, το σκουπίδι θα φύγει απ’ τη γειτονιά σου, η σκωληκοειδίτιδα θα σου βγαίνει δωρεάν στα κτηνιατρεία, κάθε ανάγκη σου θα την ξορκίζουν με ευχέλαια και αγιασμούς.
Κι αυτά μέχρι να σου πάρουν την ψήφο και μετά << πριτς >> από ΄δω πάνε, μην τον είδατε τον Παναή! Από << λαό >> θα σε βαφτίσουν << Ούτιν >>, φωτιά θα βάλουν να σε κάψουν, ήσυχους να τους αφήσεις σαν κραταιοί άνακτες στα φιλέτα της πατρίδας να πέσουν.
Όχι, πως αν ψηφίσεις ανώνυμους κι έχοντας έναν χιτώνα, θα δεις άσπρη μέρα! Τα ίδια και χειρότερα θα πάθεις και μ’ αυτούς. Και τούτοι από τον ίδιο τορβά τρώνε με τους παλιούς, της ίδιας σκύλας μάνας γέννα είναι και εξάδελφοι της συμφοράς και της κλεψιάς. Όμως που ξέρεις, μπορεί σαν γλιστρήσεις μέσα στο λαμπρό δώμα τους να αρπάξεις κανένα κομμάτι κρέας από τα δόντια τους, ίσως να σου δώσουν χάπι για τον κωλικό, βακτηρία να στηρίξεις το κουτσό πόδι σου, σύνταξη μέχρι να τα τινάξεις.
Αλλά μέχρι να πας στην κάλπη μην παλουκώνεσαι στον καναπέ και γίνεσαι σφουγγοκωλάριος του ένα και του άλλου πολιτικού περιττώματος. Τόσο καιρό άπραγος, έγινες σαράβαλο καθισμένος. Ξεχύσου στους δρόμους, φώναξε, χτύπα, κλώτσησε τους εφιάλτες που ξεθεμελιώνουν τη γη σου, και, παίρνουν τα πεδία σου στέλνοντας εσένα στα όρη και στα βουνά. Κλείσε τις τηλεοράσεις να μην τους βλέπεις, στις αναύχενες κόρες δημοσιογράφους που τους λιβανίζουν χασμουρίσου, στους χωριστράκηδες αναλυτές ρίξε το ρόχαλό σου, στους κουτσουλισμένους με κρέμες πιγκουίνους και ψιττακούς των γκάλοπ στείλε το φάσκελό σου το ελληνικό.
Έτσι να φανεί πως κάτι κάνεις στους εκατόγχειρες που σε φοβερίζουν και δεν τα παραδίδεις αμαχητί. Αλλιώς βλέπω πατριώτη μου να τελειώνουν τα ψωμιά σου, το κρασί σου να πίνεις άφραγκος για καιρούς ακόμη στη σκοτεινή ταβέρνα, το Ελληνάρα που σε φωνάζουν να στο παίρνουν και το βοτάνι της πατρίδας να το μαζεύεις με σκυφτό κεφάλι σε ξένη αναβόλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου