Κυριακή 1 Αυγούστου 2021

 

   Παναγιώτης  Αντωνόπουλος

ΧρονογράφημαΤα πιο όμορφα πορτρέτα στον κόσμο. Η εικόνα μιας γυναίκας στις εικόνες των  μεγάλων καλλιτεχνών

                               Ειν’  οι γυναίκες π’ αγαπούμε σαν τα ρόδια

 

             Στουπί ο Πλάτων, σθεναρός ανέβηκε στο τραπέζι, οι θαμώνες της ταβέρνας << Αρκαδιά >> τον χειροκροτούσαν  κι άρχισε μελίρρυτος το δικανικό του να τα βάζει με τη γυναίκα. << Την γνώρισα στο Οράν όπου και δέσαμε το καϊκι να πουλήσουμε τα ψάρια.  Το μπαρ << Ντόλτσε >> φίσκα, όλοι φτιαγμένοι, έπιναν, φούμαραν μαύρο, τραβούσαν ναργιλέ, πολλοί ρημαγμένοι, άλλοι μάτσο στους πάγκους και στις καρέκλες κοίταζαν στον πάτο του ποτηριού, τους ανέμους και τις θύελλες που θέρισαν στη ζωή.  Αυτή σε μιαν άκρη τα ‘πινε. Της μίλησα, ήρθε στο τραπέζι, άναψε τσιγάρο και με κοίταζε. Αφράτη, μελαμψή, χείλη σταφυλιού κι ένα μπολκάκι ανοιχτό που φαίνονταν δυο μυρωδάτα κίτρα.

                   Γνωριστήκαμε, τα είπαμε και μας βρήκε το πρωί τύφλα στο μεθύσι. Την πήρα στο καράβι.  Ένα μήνα στο λιμάνι, κοιμόμαστε στο ίδιο κρεβάτι, τρώγαμε, πίναμε, βριζόμαστε τσακωνόμαστε, ώσπου ένα βράδυ ήρθε γεμάτη αίματα, μεθυσμένη, κουρέλι σε σώμα και ψυχή. Ρίχτηκε στην αγκαλιά μου κλαίγοντας γοερώς με αναφιλητά και τσιρίγματα.  << Τα ‘μπλεξα με κάποιον και τσακώθηκα >> μου είπε, << μ’ έβρισε, με έσπασε στο ξύλο,  αγνώριστη μ’ έκανε>>.  Της είπα, να πάρει τα μπογαλάκια της και να γίνει Λούης, κερατωμένος εραστής δεν το αντέχω. Έβαλε τα κλάματα, έπεσε κάτω ξερή. Τη λυπήθηκα και την κράτησα.  Ταξίδι μετά στην Αλεξάνδρεια, ο βίος μου μαζί της αβίωτος.  Τσιγάρο, ποτό, μεθύσι, ξενύχτι, τα ‘κανε όλα  ένα αχταρμά.  Τη βαρέθηκα κι ένα πρωινό που οι γλάροι φτερούγιζαν πάνω από το λιμάνι της έδωσα πασαπόρτε. Βρήκα την ησυχία μου. Αυτή; Ποιος ρώτησε γι’ αυτή; Ναυάγιο ήταν, ναυαγισμένη ταξίδευε. Κι όμως μ’ όλα αυτά τον παράδεισο της γυναίκας ζητώ! Τον παράδεισο που τραγουδάει κι ο Εγγονόπουλος:

             << Είν’ οι γυναίκες π’ αγαπούμε σαν τα ρόδια, έρχονται και μας βρίσκουνε τις νύχτες όταν βρέχει με τους μαστούς τους καταργούν τη μοναξιά μας, μεσ’ στα μαλλιά μας εισχωρούνε βαθιά και τα κοσμούνε, σαν δάκρυα, σαν ακρογιάλια φωτεινά, σαν ρόδια… //  Ορθές στην άκρια των ελαφρών ποδιών τους, μας πλησιάζουν κι είναι σαν μας φιλούν στα μάτια κύκνοι…// 

              ellinikoxronografima.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου