Κυριακή 15 Αυγούστου 2021

 

  Παναγιώτης    Αντωνόπουλος

ΧρονογράφημαΣΟΔΕΙΑ: [Ο φτωχός ποιητής] του Carl Spitzweg ~ ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ

                                 Ποίηση και νόσος

              Κλεισμένος στα σκοτεινά ντουβάρια  για να μη χαζέψω, είπα να σκύψω  σε ποιητικά κείμενα ποιητών,  που προσιδιάζουν στο κλίμα του εστεμμένου ιού. Πολλοί νόσησαν από τις επιδημίες κι άλλοι διάσωσαν τις προσωπικές τους εμπειρίες σε ποιητικές διαστάσεις διαχεόμενες στο χώρο και στο χρόνο.    Επιλεκτικά αναφέρομαι σε μερικούς. Η Μαρία Πολυδούρη νοσηλεύτηκε  στη Σωτηρία από φυματίωση και τόλμησε να καταγράψει τη νόσο ως μεταφορά. <<… θα  πεθάνω μιαν αυγούλα  θλιβερή σαν τη ζωή μου, που η δροσιά της, κόμποι δάκρυ θα κυλάει  πονετικό στο άγιο χώμα που ρόδα θα στολίζει  τη γιορτή μου, στο άγιο χώμα που θα  μου είναι κρεβάτι νεκρικό… >>. Μετατρέπει τη ρομαντική αυτοπάθεια  σε λειτουργία  αφηγηματική.

         Νωρίτερα  στον 19ο αιώνα η φθίση  είχε συνδεθεί από  τη λογοτεχνία με τα μελαγχολικά και ερωτοπαθή άτομα ως νόσος της ψυχής.  Η σχέση του Μιλτιάδη Μαλακάση  με μια φθισική  ήταν καθοριστική. Τελειώνει  ένα ποίημα  του ως εξής:  << … την πρώτη  θυμούμαι που μου ‘πες  ημέρα :/  πονώ εδώ πέρα, στα στήθη πονώ./ Και σου  ‘κοψε ο βήχας το λόγο στο στόμα./  Ο Καρυωτάκης  με την << Ωχρά  σπειροχαίτη >> στοχοποιεί την προσβολή του από τη μεταδιδόμενη σεξουαλικά σύφιλη  και μεταφέρει στιχουργικά τους φόβους του μπροστά στην άβυσσο που ερχόταν εξαιτίας της νόσου.  Το 1920 Γιάννης Ρίτσος και στα χρόνια της Κατοχής ο Μίλτος Σαχτούρης νόσησαν νεαροί από φυματίωση. Η συχνή παρουσίαση του αίματος  στην ποίηση του Σαχτούρη έχει υπόβαθρο την τραυματική του εμπειρία από τη νόσο. Σαράντα χρόνια μετά ο Ρίτσος θυμάται τη νόσο   και γράφει: << Παλιές ακτινογραφίες  φυματικών σε  μεγάλους κίτρινους φακέλους,/  στο πάνω μέρος της ντουλάπας, μες στη σκόνη, βράδια και βράδια,/ όταν σφύριζε το τρένο στα προάστια, βράδια με ψηλά κηροπήγια,\ με μικρά τετράγωνα χαρτιά, σκόρπια στο πάτωμα, από σκονάκια του βήχα/ όταν χύθηκε το ποτήρι στα σεντόνια του αρρώστου κι έβγαλε έξω τα πόδια του,/λιγνά τα γόνατά του, τρίχωμα στεγνό, χτυπούσαν την πόρτα,/ χτυπούσαν δυνατά, τον σκεπάσανε γρήγορα, τρέξαμε στο διάδρομο/ σταθήκαμε πίσω απ’ την πόρτα, αφουγκραστήκαμε, δε ξαναχτύπησαν πια/.

     Μεταφορική  αλληγορική χρήση της νόσου πυκνώνεται στα χρόνια της δικτατορίας  από μικρούς και μεγάλους ηλικιακά ποιητές.  << Οι γάτες τ’ ΑΪ Νικόλα >> του Σεφέρη  ενδεικτικά γι’ αυτό, όπου οι γάτες που προστατεύουν το μοναστήρι και τους καλογέρους του, σώζουν τους ανθρώπους αλλά και οι ίδιες εξολοθρεύονται από το << αιώνες φαρμάκι, γενιές φαρμάκι >> των φιδιών.

    Κι ερχόμαστε στην αίσθηση θνητότητας από τη νόσο των στίχων. Στον Ελύτη ο λόγος  στο ποίημα του << Ο χλομός θάνατος >> θέλει να πει πως ο μόνος από τους ανθρώπους που γνωρίζει να μιλήσει για το θάνατο είναι ο ποιητής. Γράφει:  <<… πατημασιές επάνω στα βρεμένα φύλλα./ Επειδή και οι άνθρωποι αγαπούν τους τάφους και με ευλάβεια  σωρεύουν όμορφα λουλούδια εκεί./ Όμως απ’ αυτούς, ο θάνατος, κανένας δεν γνωρίζει τίποτα να πει./ Μόνο ο ποιητής. Ο Ιησούς του ήλιου. Ο μετά κάθε Σάββατο ανατέλλοντας./ Αυτός. Ο Είναι, ο Ήταν και ο Ερχόμενο./ >>

        ellinikoxronografima.blokpost.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου